Μετάβαση στο κύριο περιεχόμενο
Φόρουμ της Ευρωπαϊκής Πρωτοβουλίας Πολιτών

Επιστροφή στο μέλλον: Τι θα πρέπει να αντλήσει η Διάσκεψη για το μέλλον της Ευρώπης από τις επιτυχίες και τις αποτυχίες της Ευρωπαϊκής Πρωτοβουλίας Πολιτών

Επικαιροποιήθηκε στις: 18/12/2020

Κατά την τελευταία δεκαετία σημειώθηκε σημαντική αύξηση της πολιτικοποίησης των υποθέσεων της ΕΕ, σε θέματα όπως το εμπόριο, η λιτότητα, η κλιματική αλλαγή, η μετανάστευση ή, πρόσφατα, η υγειονομική περίθαλψη λόγω της κρίσης COVID-19. Έχουμε υποστηρίξει εδώ και καιρό ότι η Ευρωπαϊκή Πρωτοβουλία Πολιτών (ΕΠΠ) ενθαρρύνει τη θεμελιωδώς διαφορετική συμμετοχή της κοινωνίας των πολιτών στη χάραξη των πολιτικών της ΕΕ και έχει διοχετεύσει εποικοδομητικά πολλά από αυτά τα πολιτικοποιημένα ζητήματα σε ευρωπαϊκό και εθνικό επίπεδο. Η διαδικασία χάραξης πολιτικής της ΕΕ έχει παραδοσιακά ευνοήσει τις θεσμοθετημένες ενώσεις αιχμής και κεντρικές ομάδες με έδρα τις Βρυξέλλες που συγκεντρώνουν και εκπροσωπούν διαφορετικά συμφέροντα σε επίπεδο ΕΕ, γεγονός που με τη σειρά του έχει δημιουργήσει εντάσεις με ομάδες βάσης που εδρεύουν σε εθνικό επίπεδο σε όλα τα κράτη μέλη της ΕΕ. Υπάρχουν ισχυρά στοιχεία που δείχνουν ότι η ΕΠΠ υπήρξε ένας χρήσιμος μηχανισμός για τους εθνικούς διοργανωτές βάσης, οι οποίοι κατάφεραν να πολιτικοποιήσουν επιτυχώς τα ζητήματα της ΕΕ σε εθνικό επίπεδο και να εντάξουν ευρύ φάσμα νέων παραγόντων στη διαδικασία χάραξης πολιτικής της ΕΕ, παρέχοντας παράλληλα ισχυρά κίνητρα σε ορισμένες κεντρικές οργανώσεις που εδρεύουν στις Βρυξέλλες για να συμμετάσχουν σε αυτές. Κατά συνέπεια, η ΕΠΠ πέτυχε την περαιτέρω διασύνδεση των εθνικών πολιτικών με τις πολιτικές της ΕΕ -ακόμη και αν ο αντίκτυπος της πολιτικής ήταν μικρός.

Ωστόσο, η επιτυχία της ΕΠΠ στη σύνδεση εθνικών και ευρωπαϊκών πολιτικών συζητήσεων έρχεται σε αντίθεση με τον πολύ περιορισμένο αντίκτυπό της στις πολιτικές της ΕΕ. Λόγω της μακροχρόνιας απογοήτευσης των περισσότερων υπερασπιστών της ΕΠΠ, ακόμη και όταν μια πρωτοβουλία ήταν επιτυχής όσον αφορά τη συγκέντρωση ενός εκατομμυρίου υπογραφών, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή δεν έδωσε συνέχεια στις πολιτικές που ικανοποιούσαν τις ζητούμενες αλλαγές. Αυτό είναι προβληματικό, καθώς οι ελπίδες πολλών ευρωπαίων πολιτών κατά την εκστρατεία και την υπογραφή μιας ΕΠΠ ήταν σε θέση όχι μόνο να εκφράσουν τη γνώμη τους, αλλά και να αλλάξουν ουσιαστικά την πολιτική της ΕΕ.

Επιστροφή στο μέλλον

Στο πλαίσιο της επικείμενης Διάσκεψης για το Μέλλον της Ευρώπης που θα διοργανωθεί στον τρέχοντα ευρωπαϊκό πολιτικό κύκλο (2019-2024), υπάρχουν πολλά που πρέπει να αντληθούν από τις επιτυχίες και τις αποτυχίες της ΕΠΠ. Η Διάσκεψη για το Μέλλον της Ευρώπης δεν μπορεί να αποτελέσει ακόμη μια άσκηση «φούσκας» των Βρυξελλών, στο πλαίσιο της οποίας οι παραδοσιακοί ενδιαφερόμενοι συνομιλούν μεταξύ τους. Όπως αναφέρει ο καθηγητής δικαίου της ΕΕ στο HEC Paris Alberto Alemanno, «η ΕΕ δεν θα διορθώσει το δημοκρατικό της έλλειμμα με μια άλλη «διάσκεψη από την κορυφή προςτη βάση». Μεταξύ των πολλών κινδύνων που εγκυμονεί ο χαρακτηρισμός της Διάσκεψης ως άσκησης δημοσίων σχέσεων της ΕΕ είναι η αύξηση της δυσπιστίας προς τα θεσμικά όργανα της ΕΕ, η οποία θεωρείται ήδη απομακρυσμένη από τις ανάγκες των ευρωπαίων πολιτών. Αντ’ αυτού, η ΕΠΠ κατέδειξε ότι είναι δυνατή (και είναι επιθυμητά από κανονιστική άποψη) η συμμετοχή των πολιτών στη χάραξη των πολιτικών της ΕΕ μέσω της σύνδεσης των πολιτικών της ΕΕ με τις εθνικές πολιτικές συζητήσεις.

Όπως υποστήριξε ο συνασπισμός της κοινωνίας των πολιτών που εξάγει την Ευρώπη στην επιστολή του προς τα θεσμικά όργανα της ΕΕ, «θα πρέπει να διερευνηθούν νέοι μηχανισμοί για τη συνεχή συμμετοχή των πολιτών στη διακυβέρνηση της ΕΕ». Το κλειδί για τη δημιουργία νέων συμμετοχικών μηχανισμών για να ακουστεί η φωνή των ευρωπαίων πολιτών είναι να γεφυρωθεί η εθνική με την ευρωπαϊκή πολιτική, συναντώντας τους πολίτες όπου βρίσκονται. Με άλλα λόγια, είναι αναγκαίο να προσεγγίσουμε τους σχετικούς εθνικούς πολιτικούς φορείς που συχνά δεν συμμετέχουν στην πολιτική της ΕΕ. Η πολιτικοποίηση των πολιτικών της ΕΕ πέραν της «φούσκας των Βρυξελλών» στις εθνικές συζητήσεις θα αποτελούσε σύμπτωμα της ομαλοποίησης της ΕΕ ως όρων ανταγωνισμού, όπου τα κυρίαρχα επιχειρήματα είναι κρίσιμα για την ΕΕ και όχι κατά της ΕΕ.

Η ποιότητα των δημοκρατιών μας εξαρτάται από τον τρόπο με τον οποίο κυκλοφορεί η εξουσία μεταξύ των θεσμοθετημένων μορφών λήψης αποφάσεων και των άτυπων ροών επικοινωνίας. Κρίση νομιμότητας θα προκύψει εάν οι πολίτες αντιληφθούν είτε ότι υπάρχει χάσμα μεταξύ των ανεπίσημων αξιώσεων και των θεσμικών αποφάσεων είτε ότι το πολιτικό σύστημα αναλαμβάνεται από ομάδες συμφερόντων που εκπροσωπούν ιδιωτικές εταιρείες. Στο σταυροδρόμι εντός του οποίου βρίσκεται η ΕΕ, είναι αναγκαίο να εξεταστεί η δημοκρατική συμμετοχή πέραν του εθνικού κράτους, λαμβάνοντας παράλληλα υπόψη την εθνική πολιτική δυναμική. Εάν το χάσμα μεταξύ των άτυπων ροών επικοινωνίας και των θεσμοθετημένων μορφών λήψης αποφάσεων δεν καλυφθεί στο πλαίσιο μιας κρίσης όπως η νόσος COVID-19, το λογικό αποτέλεσμα θα είναι περαιτέρω δυσπιστία.

Πιο συγκεκριμένα, αυτό που προτείνουμε είναι η οικοδόμηση δημοκρατικών διαδικασιών στο πλαίσιο της Διάσκεψης για το Μέλλον της Ευρώπης, οι οποίες είναι ευαίσθητες στις εθνικές πολιτικές συζητήσεις, διατηρώντας παράλληλα μια πανευρωπαϊκή λογική. Εάν ο στόχος είναι να δημιουργηθεί δημόσια διαβούλευση — νοούμενη ως ανοικτή, περιεκτική και στοχαστική συζήτηση με στόχο την επίτευξη των βέλτιστων αποφάσεων, λαμβανομένης υπόψη της ισχύος των επιχειρημάτων — πρέπει να καταλήξουμε στο συμπέρασμα ότι δεν υπάρχουν συγκεκριμένοι μηχανισμοί για την παραγωγή της, αλλά θα είναι το αποτέλεσμα των διαφόρων συζητήσεων που διεξάγονται εντός και εκτός των θεσμικών οργάνων.

Εκτός από την προσεκτική διάρθρωση μιας στενότερης σχέσης μεταξύ της εθνικής και της ευρωπαϊκής πολιτικής, η Διάσκεψη για το Μέλλον της Ευρώπης θα πρέπει να λειτουργήσει ως χώρος για τον καθορισμό της ατζέντας από τους πολίτες σε θέματα που θα πρέπει να αντιμετωπιστούν από μια προοπτική που υπερβαίνει το εθνικό κράτος. Για παράδειγμα, στον απόηχο της πανδημίας COVID-19 και της έλλειψης συντονισμένης προσέγγισης, είναι πιθανό πολλοί πολίτες να τάσσονται υπέρ της παροχής περισσότερων ενωσιακών αρμοδιοτήτων στον τομέα της υγειονομικής περίθαλψης, η οποία επί του παρόντος αποτελεί τομέα πολιτικής που νομοθετείται με μοναδικό τρόπο από τις εθνικές κυβερνήσεις. Ως εκ τούτου, η Διάσκεψη δεν θα πρέπει να επικεντρωθεί μόνο στα θεσμικά ζητήματα, αλλά και να αποτελέσει ανοικτό έδαφος για τον καθορισμό της ημερήσιας διάταξης από τους πολίτες σε επίπεδο ΕΕ. Στην ΕΠΠ, η Επιτροπή διενεργεί νομικό έλεγχο για όλες τις πρωτοβουλίες, δεδομένου ότι επιτρέπονται μόνο οι πρωτοβουλίες που εμπίπτουν στις αρμοδιότητες της Επιτροπής για ανάληψη δράσης. Η Διάσκεψη αποτελεί ευκαιρία για να ξεπεραστεί αυτός ο περιορισμός και να δοθεί η δυνατότητα στους πολίτες να καθορίσουν την ημερήσια διάταξη για οποιοδήποτε θέμα, ακόμη και αν ορισμένες προτάσεις απαιτούν τροποποίηση της Συνθήκης. Οι πολίτες θα είναι πιθανότερο να συμμετάσχουν εάν μπορούν να θίξουν τα ζητήματα που απασχολούν και τα θεσμικά όργανα της ΕΕ θα συγκεντρώσουν πολύτιμες πληροφορίες σχετικά με το είδος των ζητημάτων πολιτικής που επιθυμούν οι πολίτες να νομοθετηθούν σε επίπεδο ΕΕ.

Η κριτική ανάλυση των επιτυχιών και των αποτυχιών της ΕΠΠ θα συμβάλει στη βελτίωση της διοργάνωσης της Διάσκεψης για το Μέλλον της Ευρώπης. Η κινητοποίηση των πολιτών που δεν συνδέονται παραδοσιακά με τη χάραξη πολιτικής της ΕΕ, η σύνδεση των εθνικών πολιτικών με τις πολιτικές της ΕΕ και η παροχή της δυνατότητας καθορισμού του θεματολογίου είναι, κατά τη γνώμη μας, τα σημαντικότερα διδάγματα που πρέπει να αντληθούν.

Luis

 

Συντελεστές

Luis Bouza García, Alvaro Oleart

Ο Luis Bouza García είναι βοηθός καθηγητής στο Τμήμα Πολιτικών Επιστημών και Διεθνών Σχέσεων της Universidad Autónoma de Madrid, επισκέπτης καθηγητής στο Κολλέγιο της Ευρώπης στην Μπριζ και μέλος του δικτύου Jean Monnet OpenEUdebate. Διαθέτει διδακτορικό δίπλωμα από το Πανεπιστήμιο Robert Gordon στο Aberdeen και είναι συγγραφέας της συμμετοχικής δημοκρατίας και της κοινωνίας των πολιτών στην ατζέντα της ΕΕ — Καθορισμός και θεσμοθέτηση (Palgrave Macmillan, 2015).

Ο Alvaro Oleart είναι μεταδιδακτορικός ερευνητής και καθηγητής στο τμήμα Πολιτικών Επιστημών και Δημόσιας Διοίκησης του Vrije Universiteit Amsterdam και επιστημονικός συνεργάτης στο Université Libre de Bruxelles. Είναι ο συγγραφέας του βιβλίου «Πλαίσιο της TTIP στον ευρωπαϊκό δημόσιο τομέα: Προς μια ενδυνάμωση της ευαισθητοποίησης για την ολοκλήρωση της ΕΕ (2020)(https://link.springer.com/book/10.1007/978-3-030-53637-4 ), που δημοσιεύθηκε από τη σειρά Palgrave στην ευρωπαϊκή πολιτική κοινωνία. Είναι κάτοχος διδακτορικού στην πολιτική επικοινωνία από το Université Libre de Bruxelles και είναι μέλος του προγράμματος «Ορίζων 2020» «RECONNECT: Συμφιλίωση της Ευρώπης με τους πολίτες της μέσω της δημοκρατίας και του κράτους δικαίου», καθώς και του δικτύου Jean Monnet «OpenEUDebate».

Μπορείτε να επικοινωνήσετε μαζί τους στο φόρουμ της Ευρωπαϊκής Πρωτοβουλίας Πολιτών ή κάνοντας κλικ εδώ!

Αφήστε ένα σχόλιο

Για να προσθέσετε τα σχόλιά σας, πρέπει να γίνει η ταυτοποίησή σας ή να εγγραφείτε.
Δήλωση αποποίησης ευθύνης: Τα σχόλια που διατυπώνονται στο φόρουμ της ΕΠΠ αντανακλούν αποκλειστικά τις απόψεις των συντακτών τους και δεν μπορεί σε καμία περίπτωση να θεωρηθεί ότι αντανακλούν τη θέση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής ή της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
Είστε έτοιμοι να καταχωρίσετε την πρωτοβουλία σας;

Θέλετε να υποστηρίξετε μια πρωτοβουλία; Θέλετε να μάθετε περισσότερα για τρέχουσες ή παλαιότερες πρωτοβουλίες;